Ηράκλειτος
Ο Ηράκλειτος γεννήθηκε και έζησε στην Έφεσο της Ιωνίας στα τέλη του 6ου και στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. σε μια εποχή μεταβατική που σημαδεύεται από μεγάλες κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές ανατροπές. Ζει στη δημοκρατική Έφεσο, με αποτέλεσμα ενώ έχει βασιλική καταγωγή, πράγμα που κάτω από άλλες συνθήκες θα τον οδηγούσε σε σημαντικά πολιτικά αξιώματα, αυτό να είναι αδύνατο να συμβεί. Άνθρωπος συνδεδεμένος με την ακρόπολη, το ναό και τη βασιλεία, ζει σε έναν κόσμο ο οποίος δεν αναγνωρίζει πλέον βασιλείς και έχει πραγματοποιήσει ρήξη με το ναό. Η φιλοσοφία του αντιμετωπίζει κριτικά και με επιφυλάξεις τις θεαματικές αλλαγές και εξελίξεις της εποχής του και παίρνει αποστάσεις τόσο από τη μυθική παράδοση όσο και από τη νέα κοινωνία που ανατέλλει. Καθώς η πρώιμη λυρική ποίηση έχει ήδη «ανακαλύψει» το εγώ και έχει στραφεί στην ατομική ύπαρξη και στον εσωτερικό της κόσμο, ο Ηράκλειτος είναι σε θέση να περιγράψει τη φιλοσοφία του ως «εσωτερική αναζήτηση».
Το γραπτό κείμενο που συνέθεσε ο Ηράκλειτος δεν έχει χαρακτήρα πραγματείας που παραθέτει επιχειρήματα και τα συνδέει λογικά, αλλά συγκροτείται μάλλον ως ένα σώμα από ρήσεις και αποφθέγματα. Η δομή και σύνθεση αυτών των αφορισμών είναι εξαιρετικά και λεπτομερειακά επεξεργασμένη, ενώ το ύφος είναι συχνά ιδιόρρυθμο και αινιγματικό, θυμίζοντας μας χρησμούς. Ο Ηράκλειτος ζει σε μια περίοδο αμφισβήτησης και αλλαγών και βιώνει με τον πλέον έντονο τρόπο την εμπειρία της σύγκρουσης, της διάστασης της αλλαγής που κλονίζει την ισχύουσα έως τότε κοσμική τάξη και οδηγεί σε σύγκρουση του ανθρώπους με τους θεούς, το ναό με την πόλη, τη γνώση με την εξουσία. Από αυτή την εμπειρία σημαδεύεται όλη η σκέψη του.
Οι Πυθαγόρειοι πίστευαν ότι ο κόσμος πρέπει να διέπεται από ενότητα και τάξη. Γι'; αυτό και όρισαν ως αρχή του κόσμου τον αριθμό και μάλιστα το «εν». Γι'; αυτούς ο αριθμός προσδίδει ενότητα και τάξη στη διάταξη της κοινωνίας και των πραγμάτων. Ο Ηράκλειτος παρ'; ότι συμμερίζεται το αίτημα των Πυθαγορείων για ενότητα και τάξη αντιλαμβάνεται ότι αυτό δεν είναι πλέον δυνατό. Η άποψή του για τη σύσταση του κόσμου διατυπώνεται ως εξής: «πατήρ πάντων ο Πόλεμος». Χρησιμοποιώντας τη λέξη πόλεμο ο Ηράκλειτος δεν αναφέρεται βέβαια στις αιματηρές αναμετρήσεις στα πεδία των μαχών αλλά στην δράση αντίθετων δυνάμεων, στην προοδευτική κίνηση, στην αλλαγή που συμβαίνει και που πρέπει να αναγνωριστούν ως ουσιώδη και αναπόφευκτα χαρακτηριστικά του κόσμου στον οποίο ζούμε. Για τον Ηράκλειτο η πραγματικότητα είναι μια αέναη ροή και μεταβολή, αμοιβαία σύγκρουση όλων των πραγμάτων.
Η μεταβολή και η αμοιβαία σύγκρουση είναι η αιτία όλων των πραγμάτων. Τόσο οι άνθρωποι όσο και τα στοιχεία της φύσης βρίσκονται διαρκώς σε μια συγκρουσιακή κατάσταση προσπαθώντας το ένα να υπερισχύσει του άλλου. Με τον τρόπο αυτό άλλοτε μετατρέπονται και άλλοτε υποτάσσονται. Σε κάθε φάση και πτυχή της πραγματικότητας υπάρχει στο βάθος ο αμείλικτος αγώνας των αντιθέτων, τα οποία ασκούν διαρκώς πιέσεις για τη μεταβολή των διαμορφωμένων ισορροπιών. Ακόμα και στις περιπτώσεις εκείνες που όλα μοιάζουν να βρίσκονται σε κατάσταση ηρεμίας, στην πραγματικότητα πρόκειται μόνο για προσωρινές ισορροπίες ανάμεσα σε θεμελιακά αντίθετες δυνάμεις. Η διδασκαλία αυτή περιγράφεται συχνά ως «ενότητα των αντιθέτων». Ο Ηράκλειτος ωστόσο δεν επιχειρεί να ενοποιήσει τα «αντίθετα» αλλά να δείξει ότι δεν πρόκειται καν για αντίθετα, αλλά για συμπληρωματικά και εναλλασσόμενα μεγέθη και σταθερές. Οι φαινομενικά αντίθετες καταστάσεις, τάσεις και δυνάμεις συνδέονται σε μια συνεκτική σχέση αρμονίας, όσο κι αν οι πολλοί «δεν καταλαβαίνουν ότι αυτό που αντιτίθεται στον εαυτό του συμφωνεί με αυτόν», έτσι ώστε να προκύπτει μια παλίντονος αρμονίη μια αντιθετική αρμονία όπως του τόξου και της λύρας η αρμονία των οποίων είναι δυνατή μέσω μιας συναρμογής αντίρροπων δυνάμεων.
Το ερώτημα τώρα που τίθεται για τον Ηράκλειτο είναι από ποιόν και κάτω από ποιες συνθήκες επιτυγχάνεται η «ενότητα των αντιθέτων». Κατά τον Ηράκλειτο η αρμονική σύνδεση αυτών των αντίρροπων δυνάμεων που έχουν προκύψει μπορεί να επιτευχθεί μόνο από τον «λόγο» και μάλιστα από αυτόν που κατέχει γνώση και μπορεί να αντιληφθεί αυτόν τον «λόγο», δηλαδή το σοφό, διότι αν και ο «λόγος» υπάρχει αιώνια ωστόσο παραμένει απρόσιτος στους πολλούς καθώς αυτός αποκαλύπτεται σε λίγους και εκλεκτούς. Αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί αδυνατούν να κατανοήσουν τη σκέψη του. Ποια όμως η σημασία που δίνει ο Ηράκλειτος στην έννοια του λόγου?
Για τον Ηράκλειτο ο λόγος ταυτίζεται καταρχήν με την ομιλία, την προφορική έκφραση, συγχρόνως όμως και με τη ρυθμιστική εκείνη αρχή που διέπει το σύνολο της πραγματικότητας και συνδέει με σχέσεις αναλογίας όλα τα όντα. Αυτή την αρχή οφείλει να εκφράζει κάθε αληθές λέγειν. Ο «λόγος», επομένως είναι η αιώνια καθολική σχέση που ρυθμίζει την πραγματικότητα, όπως αυτή εκφράζεται γλωσσικά. Οι άνθρωποι ωστόσο, «ενώ βρίσκονται συνεχώς μαζί με τον «λόγο», διαφωνούν μαζί του και αυτά που συναντούν καθημερινά του φαίνονται ξένα».
Μέλημα του Ηράκλειτου είναι να αφυπνίσει τους «ασύνετους» και να τους οδηγήσει σε συμφωνία και «ομο - λογία» προς τη λογική σχέση που καθορίζει και συνδέει τη βαθύτερη φύση των πραγμάτων. Θέμα του δεν είναι μόνο τα φυσικά όντα που αποτελούσαν το αντικείμενο των Μιλησίων κοσμολόγων, αλλά τα «λόγια και έργα». Ο Ηράκλειτος διακρίνει την ουσιαστική και βαθιά γνώση από την πολυμάθεια και την επιφανειακή προσέγγιση των πραγμάτων και τονίζει: «Ακούγοντας όχι εμένα αλλά τον «λόγο», είναι σοφό να ομολογείται ότι τα πάντα είναι ένα». Ο «λόγος» αφορά τόσο το φυσικό μακρόκοσμο όσο και τον ανθρώπινο μικρόκοσμο. Η κοινωνική συμβίωση συλλαμβάνεται από τον Ηράκλειτο σε μια αναλογία προς το κοσμικό γίγνεσθαι, την προοδευτική κίνηση των πραγμάτων και στηρίζεται εξίσου σε μια κρυφή ενοποιό δύναμη, καθώς: «όλοι οι ανθρώπινοι νόμοι τρέφονται από έναν, τον θείο». Αντίστοιχα ο λόγος διέπει και όλα τα όντα του φυσικού κόσμου δεν αποκαλύπτεται όμως στην επιφάνεια των πραγμάτων αντίθετα «η φύση αγαπάει να κρύβεται» και η ανακάλυψη των νόμων της απαιτεί τη δική μας κοπιώδη προσπάθεια καθώς αυτός ο κόσμος, δεν έγινε ίδιος για όλους, ούτε από άνθρωπο ούτε από θεό, αλλά «ήταν πάντα, είναι και θα είναι φωτιά αείζωη που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο». Για τον Ηράκλειτο, λοιπόν, ο κόσμος, το κεκοσμημένο σύμπαν, δεν είναι αποτέλεσμα δημιουργίας ή «γένεσης» όπως υποστηρίζουν οι κοσμολόγοι αλλά υπάρχει προαιώνια και περιγράφεται ως ζωντανή φωτιά, η οποία εναλλάξ δυναμώνει και εξασθενεί (χωρίς πάντως να σβήνει ποτέ εντελώς). Το ευμετάβλητο ηρακλείτειο «πυρ», διανύει μια κυκλική πορεία, κατά την οποία μεταλάσσεται σε θάλασσα και αυτή σε γη, για να ακολουθήσει η αντίστροφη πορεία μεταλλαγής της γης σε θάλασσα και αυτής σε φωτιά. Το «πυρ» του Ηράκλειτου δεν ταυτίζεται με την υλική φωτιά που συναντάμε καθημερινά, αλλά αποτελεί μια κοσμολογική σταθερά που αέναα μεταβάλλεται, κινείται και μεταμορφώνεται. Για τον Ηράκλειτο θεμελιώδες χαρακτηριστικό της πραγματικότητας τόσο του μικρόκοσμου όσο και του μακρόκοσμου είναι η διαρκής κίνηση και μεταβολή, παρομοίαζε μάλιστα αυτή την πραγματικότητα με ένα ποτάμι που ενώ παραμένει το ίδιο, ενόσω το νερό που κυλάει μέσα του αλλάζει συνεχώς.
Βιβλιογραφία:
Vegetti Mario, Ιστορία της Αρχαίας Φιλοσοφίας, Εκδ. Τραυλός, Αθήνα 2003.
Βιρβιδάκης κ.α., Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη: απο την Αρχαιότητα έως τον 20ο αιώνα,
Εκδ. Εαπ, Πάτρα 2000.